περιοδικο

Οι πρωτες ενδείξεις, που μαρτυρούν σημαντικα αρχαιολογικα ευρήματα, αναγονται στην Παλαιολιθική εποχή: αυτες αφορούν κυριως στην περιοχή της Μαύρης Θαλασσας, με το κατω ρεύμα του Ντον, του Δνειστερου, του Δνειπερου και του Βολγα. Στην ιστορική εποχή, ο Ηροδοτος (5ος αι. π. Χ.) αναφερει πληροφοριες σχετικα με πληθυσμούς που ζούσαν γύρω απο τον Ντον: οι Σχιτες υπεστησαν την εισβολή των Σαρματιων και αυτοι τον 4ο αι. μ. Χ. απορροφήθηκαν απο τους Γοτθους ή απο τους Ούνους. Τον 6ο αιωνα, παρασυρομενοι απο μεγαλες μετακινήσεις πληθυσμων, εμφανιστηκαν οι σλαβικες φυλες.

Τα πρωτα στοιχεια ρωσικου πολιτισμού αναγονται στα μεσα περιπου του 9ου αιωνα. Στην ακμή του βασιλειου του Ρους και του πολιτικού του κεντρου του πλούσιου Κιεβου, ήρθαν σε επαφή με το Βυζαντιο. Στις σλαβικες φυλες ειχε ανατεθει η συνδετική λειτουργια των πληθυσμων που προερχονταν απο τη σκανδιναβική χερσονησο, τους Βαριαγους, που εμφανιστηκαν τον 8ο αιωνα μεσω της Βαλτικής, με αρχηγο τον Ριούρικ. Το πρωτο τους κεντρο ήταν το Νοβογκοροντ. Το Κιεβο, πιο νοτια, διαλεξε ο πρωτος διαδοχος του Ριούρικ, ο ολεγκ ο Σοφος (ή ο αγιος).

Με βαση αυτες τις ριζες εξαπλωθηκε αργοτερα με ορμή ο χριστιανικος πολιτισμος ως επακολουθο του προσηλυτισμού στο χριστιανισμο των Σλαβων της ανατολής που εγινε το 998 απο τον Βλαδιμηρο Α΄. Τον επομενο αιωνα ακολούθησαν το σχισμα του Μιχαήλ Κερουλαριου. Η κυριαρχια του Κιεβου διήρκεσε δυομισυ αιωνες. Στη συνεχεια το κρατος παρήκμασε και διαιρεθηκε σε αντιπαλα μερη (Νοβγκοροντ, Σουζνταλ, Γκαλιτς). Στιγμες αιγλης ειχε (13ος αιωνας) το Νοβγκοροντ, κεντρο της εμπορικής δραστηριοτητας μεταξύ της Ανατολής και του Βορα. Ματαιη ήταν ομως η αντισταση του μετωπου στη μογγολική εισβολή που προήλθε απο την Ανατολή που παρεσυρε, απο το 1223 εως το 1242, ολη τη κεντρική και νοτια Ρωσια. Απο τοτε οι Ρωσοι ηγεμονες επρεπε να πληρωνουν φορο στο Μεγαλο Χαν.

Ως επακολουθο τς διαιρεσης του κρατους του Βλαδιμηρου, αναδεικνυοταν το κρατιδιο της Μοσχας, της οποιας οι ηγεμονες οδηγούμενοι απο τον Ιβαν Γ΄ υποδουλωθηκαν στην πληρωμή φορου στον Χαν (1480). Ο Ιβαν Δ΄ ο Τρομερος, παιρνοντας το 1547 τον τιτλο του τσαρου, παρουσιαστηκε επισημα ως κληρονομος της παρηκμασμενης Βυζαντινής Αυτοκρατριας. Διεύρυνε τα σύνορα φτανοντας στα ανατολικα την Κασπια Θαλασσα και στα βορεια στη Λευκή Θαλασσα. Μετα το θανατο του και τη σύντομη βασιλεια του Θεοδωρου Α΄, οι ευγενεις αντεδρασαν βιαια κατα του απολυταρχισμού στη διαρκεια της βασιλειας του Μπορις Γκοντούνωφ (1598-1605). Το 1613 ομως, με την υποστήριξη της μικρής ταξης των ευγενων, επικρατησε τελικα ο νεαρος Μιχαήλ Ρομανωφ, που ιδρυσε μια νεα δυναστεια.

Με τον Μιχαήλ και τους διαδοχους του αυξήθηκε η δύναμη του τσαρου, με τη δήμευση των αγαθων της Εκκλησιας, την αρνηση οποιουδήποτε δικαιωματος στους ευγενεις, τη διαδοση και ενισχυση του θεσμού της λαϊκής δουλειας. Η Ρωσια ήταν ήδη σε μεταρρυθμιστική περιοδο οταν ο Μεγας Πετρος (1672-1725) ανελαβε την εξουσια δινοντας μεγαλη ωθηση στην εξαπλωση της Αυτοκρατοριας. Καθοριστική ήταν η κατακτηση της εκβολής στη Βαλτική Θαλασσα, οπου στην πηγή του Νεβα ο τσαρος ιδρυσε το 1703 την πολη που ονομασε Αγια Πετρούπολη, πρωτεύουσα του κρατους απο το 1713. Αυτο του ήταν δυνατο λογω των νικων του επι των Σουηδων, απο τους οποιους πήρε την Καρελια, την Ινγκρια, την Εσθονια και τη Λισθονια, καθιστωντας ετσι τη Ρωσια βαλτική δύναμη. Το ιδιο σημαντικες ήταν οι ολοκληρωτικες μεταρρυθμισεις του Πετρου: δημιούργησε στολο, αναδιοργανωσε το στρατο κι ενισχυσε την κεντρική δύναμη, εισήγαγε και το ιουλιανο ημερολογιο και πήρε τον τιτλο του αυτοκρατορα της Ιερής Ρωμαϊκής Αυτοκρατοριας. Αυτες και αλλες μερταρρυθμισεις προκαλεσαν την αντιθεση των συντηρητικων μελων.

Με την Αικατερινη Β΄, που εθεσε τελος στον Επταετή πολεμο, εγιναν προσπαθειες εκσυγχρονισμού της Ρωσιας με αφορμή τις ιδεεες των διαφωτιστων, αλλα η αντισταση των συντηρητικων ταξεων εμποδισε μια επωφελή και οργανική εργασια και οι ευγενεις απεκτησαν μεγαλύτερα προνομια, σε τετοιο βαθμο ωστε να γεννηθει απο το λαο η βιαιη εξεγερση του Πουγκατσεφ, που διήρκεσε για μεγαλο χρονικο διαστημα και πνιγηκε στο αιμα το 1774.

Η Αικατερινη Β΄ πετυχε τις μεγαλύτερες νικες σε διεθνες επιπεδο παιρνοντας απο τους Τούρκους την περιοχή αναμεσα στους ποταμούς Δνειπερο και Κουμπαν και αποκτωντας το δικαιωμα ελεύθερης πλεύσης στη Μαύρη Θαλασσα και την προστασια των χριστιανων της οθωμανικής Αυτοκρατοριας, εκτος απο την κατακτηση.

Η πολιτική της Αικατερινης Β΄ ήταν εχθρική απεναντι στην επαναστατική Γαλλια και οι διαδοχοι της, Παύλος Α΄ και Αλεξανδρος Α΄, πήραν μερος, χωρις ομως επιτυχια, στους αντιγαλλικούς συνασπισμούς.(1798- 1799). Αφού σύναψε στο Τιλσιτ την ειρήνη με τον Ναπολεοντα Α΄ (1807), ο τσαρος Αλεξανδρος Α΄ συμμαχησε με τον παλιο αντιπαλο του και πήραν απο τους Σουηδούς ολη τη Φινλανδια (1809) και απο τους Τούρκους τη Βεσσαραβια (1812).

Οταν αργοτερα ο γαλλος αυτοκρατορας εισεβαλε στη Ρωσια, αυτος τον αφησε να φτασει μεχρι τη Μοσχα, απ’ οπου τον εδιωξε το χειμωνα του ιδιου χρονου (1812). Με τις συνθήκες της Βιεννης, που ήταν τα επακολουθα της πτωσης του Ναπολεοντα, ο τσαρος πήρε απο την Αυστρια και την Πρωσια το μεγαλύτερο μερος της Πολωνιας (1815). Οι μεταρρυθμισεις που ειχε πραγματοποιήσει ο Αλεξανδρος τα πρωτα χρονια της βασιλειας του παρήκμασαν.

Με τη θεσπιση της Ιερής Συμμαχιας (1815) η Ρωσια εγινε η βαση της ευρωπαϊκής αντιδρασης. Οι επαναστασεις της Πολωνιας (1831) και της Ουγγαριας (1848) καταπνιγηκαν. Η Ρωσια υποστήριξε τα χριστιανικα εθνη, με σκοπο να εξασφαλισει την κυριαρχια της στη βαλκανική χερσονησο, αλλα η πολιτική αυτή προκαλεσε μια σοβαρή ΄’ηττα στον πολεμο της Κριμαιας (1852-1856). Ο τσαρος Αλεξανδρος Β΄ κατήργησε τη λαϊκή δουλεια, αλλα επεσε θύμα μιας αποπειρας την παραμονή της παραχωρησης στη Ρωσια ενος Συνταγματος. Με τους δύο τελευταιους αρχοντες, τον Αλεξανδρο Γ΄ και τον Νικολαο Β΄, καταλήφθηκαν το Πορτ αρθουρ (1898) και η Μαντσουρια (1900), που παρθηκαν εκ νεου απο την Κινα.

Η φιλοδοξια να καταληφθει το βασιλειο της Κορεας εγκαταλειφθηκε λογω των σοβαρων ηττων απο την Ιαπωνια (1904-1905). Πολλοι λογοι δυσαρεσκειας προκαλεσαν ενα επαναστατικο κινημα, που υποχρεωσε τον Νικολαο Β΄ να παραχωρήσει το Σύνταγμα (1906).

Το 1914, ως επακολουθο του τελεσιγραφου του Σαραγιεβο, η Ρωσια κήρυξε γενική επιστρατευση και κατεβηκε στη μαχη στο ξεσπασαμα τουΠρωτου Παγκοσμιου πολεμου στο πλευρο της Γαλλιας και της Μεγαλης Βρετανιας.
Τις αρχικες νικες εναντιον των Αυστρο-ουγγρικων στρατευματων ακολούθησαν οι μεγαλες ΄ήττες εναντιον των γερμανικων, που μπορεσαν να εισβαλουν στην Πολωνια και να προχωρήσουν παραπερα.

Το 1917 η Ρωσική Επανασταση οδήγησε στην πτωση του τσαρου και στη δημιουργια μιας κομουνιστικής κυβερνησης που εδωσε ζωή στην ΕΣΣΔ, της οποιας η Ρωσια (χωρις τα τσαρικα εδαφη, οπου ο πληθυσμος δεν ήταν μεγαλορωσοι) αποτελεσε μια απο τις ομοσπονδιακες δημοκρατιες, την πιο μεγαλη και σημαντική, που επικρατησε στο πολιτικο και οικονομικο επιπεδο.

Η κριση του κομουνιστικού καθεστωτος στην ΕΣΣΔ και το χτύπημα απο τους συντηρητικούς κομουνιστες τον Αύγουστο του 1991 ειχε ως πρωταγωνιστή τον Προεδρο της Ρωσικής Δημοκρατιας, το δημοκρατικο και ριζοσπαστικο ελτσιν. Αυτος, εχοντας αποκτήσει κύρος καθως ενήργησε ετσι ωστε ν’ αποτύχει το χτύπημα, επεβαλε τη διαλυση της Σοβιετικής ενωσης, υποβαλλοντας την, μεταξύ αλλων στη μονιμη εδρα του Συμβουλιου Ασφαλειας της ΟΗΕ.

Για να διατηρήσει μια σχεση, πραγμα δύσκολο λογω των εθνικων και οικονομικων εντασεων, με τις αλλες πρωην σοβιετικες δημοκρατιες, ο Γιελτσιν προωθησε τη δημιουργια της Κοινοτητας των Ανεξαρτητων Κρατων. Η απελευθερωση των τιμων, που εγινε στη Ρωσια για το περασμα στην οικονομια της αγορας, δημιούργησε μεγαλες ανισοτητες και κοινωνικες εντασεις. Το 1993 αρχισε μια θεσμική κριση, που κορυφωθηκε σε μια προσπαθεια χτυπήματος του κρατους εκ μερους του αντιπροεδρου της Δημοκρατιας, Ρουτζκοι, και του προεδρου του κοινοβουλιου Κασμπουλατωφ, που κατεσταλη απο τον Γιελτσιν με τη βοήθεια του στρατού (3-4 Οκτωβριου). Στις επομενες νομοθετικες εκλογες (12 Δεκεμβριου 1993) εγινε μια αναδειξη των υπερεθνικιστων και των πρωην κομουνιστων.

Το 1994 ο Γιελτσιν καλεσε στην κυβερνηση τον συντηρητικο Τσερνομυρντιν, που υποστηριζοταν απο το στρατο, που επιβραδυνε την οικονομική μεταρρύθμιση και εφαρμοσε την πολιτική ενισχυσης της δύναμης της χωρας. Μια σκληρή μαχη στο τελος του 1994 αρχισε με την αυτονομη δημοκρατια της Τσετσενιας, μουσουλμανικής δημοκρατιας: στην αποφασή της να ανακηρυχθει ανεξαρτητη, ο Γιελτσιν απαντησε με την καταστολή της εξεγερσης απο το στρατο, που προκαλεσε χιλιαδες θανατους και με τη σειρα του υπεστη σοβαρες ζημιες, χωρις ομως να καταφερει να καταπνιξει οριστικα την τσετσενική αντισταση.

Το 1995, παρα τις προσπαθειες να εξασφαλισει τη δημοτικοτητα του, ο Γιελτσιν συνεχισε να χανει το κύρος του λογω της ανικανοτητας να λύσει το προβλημα της τσετσενικής κρισης και λογω της αδυναμιας να σταματήσει την οικονομική κριση. Το 1996 ομως, αφού εγιναν οι διαπραγματεύσεις για την αποχωρηση των ρωσικων στρατευματων απο την Τσετσενια, ο Γιελτσιν καταφερε να επικρατήσει στην προεδρια της Ομοσπονδιας.