Η Iαπωνική γλώσσα είναι μάλλον μογγoλικής προελεύσεως. Ως πρoς τo χαρακτήρα, ανήκει στη μεγάλη γλωσσική oικoγένεια των λεγoμενων “oυραλo-αλταϊκών” γλωσσών. Είναι πoλυσύλλαβη και συγκoλλητική (δηλαδή τα διάφορα στoιχεία των λέξεων της-ρίζα, επιθέματα, καταλήξεις κλπ- δεν ενώνονται, ούτε συγχωνεύονται μεταξύ τους, αλλά παρατάσσονται. Σαν επίσημη γλώσσα του κράτους έχει υιοθετηθεί η διάλεκτος του Τόκιο.
Η γραφή είναι ιδεογραφικού τύπου, προερχόμενη από κινέζικους χαρακτήρες.Λογοτεχνία. Τα πρώτα ιαπωνικά λογοτεχνικά έργα είναι ιστορικού χαρακτήρα, εμπνευσμένα από την κινέζικη λογοτεχνία. Γύρω στο 760 μ.Χ. συντάχθηκε η πρώτη ποιητική ανθολογία, η Συλλογή δέκα χιλιάδων φύλλων που περιλαμβάνει 4.495 ποιήματα δεκάδων συγγραφέων.
Οι περισσότεροι συγγραφείς κινούνταν γύρω από το περιβάλλον της αυλής. Το μεγαλύτερο μέρος των έργων τους είναι tanka, συνθέσεις με 31 συλλαβές. Από τον 10ο-11ο αιωνα αναπτύσσεται ραγδαία ο ιαπωνικός πεζός λόγος. Γράφονται διάφορα πεζογραφήματα, όπως “Ημερολόγια”, “Βιβλία εντυπώσεων”. Την περίοδο Καμακούρα (1185-1333) γράφτηκε μια σειρά ιστορικών μυθιστορημάτων, εμπνευσμένα από τις πολιτικές μάχες ανάμεσα στις μεγάλες φεουδαρχικές οικογένειες. Ο Όσκα Ταντασούκε είναι ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος του ιστορικού μυθιστορήματος, ενώ ο Κνοκουτάϊ Μπακίν θεωρείται ο μεγαλύτερος μυθιστοριογράφος της Ιαπωνίας. Η μεγάλη δημιουργία της περιόδου Μουρομάκι και Μομογιάμα (1392-1603) ήταν το θέατρο no.
Η κλασική ποίηση του στυλ tanka αντικαταστάθηκε από την ποίηση renga. Γύρω στο 18ο αιώνα αναπτύχθηκε το λαϊκό δράμα γνωστό με το όνομα Καμπουκι εμπνευσμένο από τα επίκαιρα γεγονότα και από τα γνωστά πρόσωπα της εθνικής ιστορίας.
Το 19ο αιώνα εκπρόσωπος του ρομαντισμού ήταν ο Κόντα Ροχαν, του νατουραλισμού ο Σιμαζάκι Τόσον, του ιδεαλισμού ο Νατσούμε Σοσέκι. Στα έργα μετά το 1945 διακρίνονται δύο κατευθύνσεις: μια, δεμένη με την παράδοση, εκφραζόμενη από τους πιο γνωστούς συγγραφείς του ανατολικού κόσμου, και η άλλη εμπνευσμένη από τις κοινωνικο-πολιτικές καταστάσεις.
Μερικοί από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους είναι: ο Τζουνιχίρο Τανιζάκι (1866-1965), ο Οζάμου Νταζάι (1909-1948), Υούκιο Μισίμα (1925-1970) και ο Οόκα Σοχέι (1909) στην ιστορία της Ιαπωνίας . Η μοντέρνα λογοτεχνία είναι ανοιχτή σε πειραματισμούς καινούργιων μορφών και νέων λεξιλογίων.
Η ανάπτυξη των καλών τεχνών στον λογοτεχνικό χαρτη Ιαπωνιας συντελέστηκε κάτω από την σχεδόν μόνιμη επίδραση της κινέζικης τέχνης, ωστόσο οι Ιάπωνες κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια δική τους, πρωτότυπη τέχνη: απεικονίζει γεγονότα που έχουν σαν πρωταγωνιστές τον άνθρωπο και τη φύση σαν εξωτερίκευση των αισθημάτων της ψυχής, πέρα από κάθε εξιδανίκευση.
Την προϊστορική περίοδο εμφανίζονται κεραμικά διακοσμημένα με κορδόνια, χαρακτηριστικοί οι τάφοι, πλούσιοι σε ευρήματα. Την περίοδο Αζούκα (552-645) με την διάδοση του Βουδισμού, αρχίζει η επιρροή της κινέζικης τέχνης και κουλτούρας. Την περίοδο Καμακούρα (1185-1333) εμφανίζονται τα πρώτα κοσμικά πορτραίτα και αναπτύσσονται οι τεχνικές της τερακότα και της τέχνης των οπλοποιών. Τη περίοδο Μουρομάκι (1333), με τη γέννηση της σχολής του Κάνο, η ζωγραφική sumi φτάνει σε ένα υψηλό στυλιστικό επίπεδο.
Το 15ο αιωνα αναπτύχθηκαν και οι λεπτουργικές τέχνες, η ξυλογλυπτική, η κατεργασία πολύτιμων λίθων και μετάλλων. Δημιουργήθηκαν αριστουργήματα από πέτρα, μέταλλα, ελεφαντόδοντο, έβενο και ξύλο. Τη δεκαετία του ’80 η προσοχή συγκεντρώθηκε στη αρχιτεκτονική τέχνη του Τ. Άντο. Τα τελευταία χρόνια ωρίμασαν τα χαρακτηριστικά της ιαπωνικής τέχνης, που έκαναν την εμφάνιση τους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, όπως μια εννοιολογική υπογράμμιση, με έργα καθαρά ασιατικής έμπνευσης, βασισμένα κυρίως στη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το παρακείμενο περιβάλλον.